1 4 5 blog / Genesis Photo Press: Σεπτεμβρίου 2012Genesis

Τετάρτη 26 Σεπτεμβρίου 2012

Δημιουργήθηκε από τον συγγραφέα: Günter Garbrecht Μετάφραση: Dagmar Schreiber- Aresti Η Δημοκρατία των Συμβουλίων στη Βρέμη 1918/19 Η άσχημη κατάσταση στο εφοδιασμό και η καταστροφική κατάσταση του στρατού δημιούργησαν και στη Βρέμη μια ατμόσφαιρα γεμάτη ένταση. Όταν τελικά στις 6 Νοεμβρίου 1918 η επανάσταση ξέσπασε, τότε επρόκειτο όμως για πολύ περισσότερο. Διότι εντωμεταξύ είχαν σχηματισθεί αυστηρά οργανωμένες πολιτικές ομάδες: Μεταξύ άλλων οι Φιλελεύθεροι της δεξιάς και της αριστερής, οι Σοσιαλδημοκράτες της Πλειοψηφίας (MSPD), οι Ανεξάρτητοι Σοσιαλιστές (USPD), όπως και οι αριστεροί Ριζοσπάστες (Κομμουνιστές). Μεταξύ τους λογομαχούσαν για τη τήρηση, την αναθεώρηση ή την ολική αναδιοργάνωση του κράτους και της οικονομίας. Η MSPD απέρριψε μια επανάσταση και πρέσβευε την κοινοβουλευτική δημοκρατία. Αυτό το κόμμα στρατολογούσε τους οπαδούς του ιδιαιτέρα από τους κυβερνητικούς υπάλληλους, την αστυνομία και τους μικροαστικούς. Το υποστήριζαν επίσης οι συντηρητικοί αξιωματικοί, οι οποίοι διοικούσαν κάποια μέρη του στρατεύματος, τα οποία ήταν ακόμη αβίαστα από τον πόλεμο. Η USPD και οι αριστεροί ριζοσπάστες φιλοδοξούσαν ένα σύστημα συμβουλίων [Σοβιέτ] και βασίζονταν στους εργάτες των μεγάλων εργοστασίων, όπως και σε κάποιες μεραρχίες του στρατού και του ναυτικού στη πατρίδα. Οι αριστεροί φιλελεύθεροι προσπέλαζαν της MSPD, ενώ οι δεξιοί φιλελεύθεροι συνηγορούσαν μια διαφορετική βαρύτητα των κοινωνικών τάξεων στα κρατικά όργανα. Στις 6 Νοεμβρίου το πρωί, μια αποστολή στασιαστών ναυτών, η οποία είχε φθάσει από το Κίελο, ζήτησε την υποστήριξη των εργατών της «AG Weser» στο Γκρέπελινγκεν για την απελευθέρωση των διακοσίων τριάντα φυλακισμένων ναυτών από τη φυλακή στο Οσλεπσχαούζεν. Ταυτόχρονα, στο κύριο σιδηροδρομικό σταθμό στασίαζαν ναύτες από το Βιλχελμσχάφεν, οι οποίοι έπρεπε να μετακινηθούν σε ένα στρατόπεδο κοντά στο Λύνεμπουργκ. Εξάλλου, σε στρατώνα στο Νοϊστατβαλ εκατό στρατιώτες αρνήθηκαν να εκστρατεύουν στο μετόπισθεν. Ο εκπρόσωπος τους, ο Μπέρνχαρτ Έκς, ήρθε σε επαφή με τους ναύτες στο σιδηροδρομικό σταθμό, και έτσι σχηματίσθηκε ένα συμβούλιο στρατιωτών, το οποίο σκόπευε να αναλάβει τα δικαιώματα της αρχηγίας. Τα μέλη του φορούσαν άσπρα περιβραχιόνια με τη σφραγίδα της φρουράς. Το απόγευμα συγκεντρωθήκαν διαδηλωτές, εργάτες και στρατιώτες, στη πλατεία της αγοράς, ενώ το κοινοβούλιο συνεδρίαζε στο χρηματιστήριο. Αργότερα το βράδυ, ο αριστερός σοσιαλιστής Άνταμ Φραζούνκιεβιτς ανακοίνωσε από το μπαλκόνι του δημαρχείου το προγραμματισμένο σχηματισμό ενός συμβουλίου εργατών και στρατιωτών. Έπειτα ζήτησε από το προσωπικό των εργοστασίων και από τους στρατιώτες να αποστέλλουν αντιπροσώπους. Οι αποφάσεις του συμβουλίου των εργατών και στρατιωτών έπρεπε να δημοσιευθούν την επόμενη μέρα και όλες οι υπηρεσίες έπρεπε να συμμορφωθούν. Αφού το πλήθος είχε διαρρεύσει, στρατιώτες περιπολούσαν στους δρόμους, διότι υπήρχε ο κίνδυνος λεηλασίας. Στο οίκημα των συντεχνιών ιδρύθηκε μια επιτροπή δράσης με τέσσερα μέλη της USPD (Άλφρετ Χένκε, Άνταμ Φραζούνκιεβιτς, Κάρλ Χέρολτ και Έμιλ Ζόμμερ) και τρεις αριστερούς ριζοσπάστες (Χάνς Μπρότμερκελ, Άντολφ Ντάνατ και Άλφρετ Στόκινγκερ), η MSPD αποκλείσθηκε. Στις 7 Νοεμβρίου η επιτροπή δράσης αναπληρώθηκε μετά από εκλογές με 180 απεσταλμένους από τα εργοστάσια και με αντιπροσώπους από το συμβούλιο των στρατιωτών. Έπειτα, το συμβουλίων των εργατών και στρατιωτών εγκαταστάθηκε με 210 ή 250 μέλη ως νομοθετική εξουσία και ελεγκτική αρχή. Το νομοτελεστικό σώμα αποτελούσε μια επιτροπή δεκαπέντε ατόμων, από την οποία καταρχήν η MSPD επίσης αποκλείσθηκε. Όταν στο μοίρασμα των ειδικών αξιωμάτων στους αριστερούς ριζοσπάστες έλειπαν τα κατάλληλα πρόσωπα, και ο σοσιαλιστής της MSPD, ο Κάρλ Νταϊχμαν, πρέσβευσε την επανάσταση, τότε αναθεωρήσαν τον αποκλεισμό και συμπλήρωσαν την επιτροπή δράσης με ακόμη δέκα άτομα, τα οποία ήταν μέλη των συντεχνιών και της MSPD. Στη προεδρεία της επιτροπής εκλέχθηκαν ο Άλφρετ Χένκε (USPD) ως πρόεδρο και ο Χάνς Μπρότμερκελ (ριζοσπάστης της αριστερής) ως αντιπρόεδρο. Στις 14 Νοεμβρίου ανακοίνωσε ο Άλφρετ Χένκε στην αίθουσα συγκεντρώσεων του χρηματιστηρίου την ανάληψη της εξουσίας στην Βρέμη από το συμβούλιο των γάτων και στρατιωτών και τη διάλυση της συγκλήτου και του κοινοβουλίου. Έπειτα ζήτησε από τους κυβερνητικούς υπαλλήλους να παραμείνουν στις θέσεις τους. Ο Χένκε εξηγούσε επίσης ότι, για μια μεταβατική περίοδο, θα διόριζαν μια επιτροπή με έξι μέλη του συμβουλίου εργατών και στρατιωτών και έξι γερουσιαστές (οι δήμαρχοι Ντόναντ και Χίλντεμπραντ, οι γερουσιαστές Άπελτ, Μπίρμαν, Μπέμερς και Σπίττα). Οι διευθυντές των υπηρεσιών και διοικήσεων έπρεπε να μείνουν στις θέσεις τους, τα δικαστήρια να συνεχίσουν τη δουλειά τους, φορολογίες να πληρωθούν όπως προηγουμένως, οι γερουσιαστές έπρεπε να δώσουν αναφορά για την πορεία στη διοίκηση και τις πολιτικές αποφάσεις θα τις έπαιρνε από τώρα το συμβούλιο των εργατών και στρατιωτών. Στις 15 Νοεμβρίου και η ώρα 11, ο Χένκε ανακοίνωσε δημοσίως από το μπαλκόνι του δημαρχείου την ανάληψη της εξουσίας, και μια κόκκινη σημαία αναρτήθηκε στο δημαρχείο. Υπό τις εντυπώσεις της μιζέριας, που επικρατούσε, πολλοί ήταν οι πολίτες της Βρέμης, οι οποίοι εμπιστεύθηκαν τους νέους άνδρες. Άλλοι, πιο φιλελεύθερες δυνάμεις και οι αστικοί παρέμειναν σκεπτικοί και διοργανωθήκαν σε μια «επιτροπή των αστικών», καταρχήν υπό την προεδρεία του πρωήν πρόεδρο του κοινοβουλίου, Δόκτορα Έμιλ Κουίντε, αργότερα υπό τον εφοπλιστή Άντολφ Φίννεν, και πρόβαλλαν μια σημαντική αντίσταση στην επανάσταση. Με την επιστροφή του αριστερού ριζοσπάστη Ιόχαν Κνίφ στη Βρέμη, οι πολώσεις και οι αγώνες για την εξουσία εντός του συμβουλίου των εργατών και των στρατιωτών άρχισαν. Στις συνεδριάσεις και συσκέψεις επικρατούσε το χάος, το οποίο συνοδεύθηκε έξω, ιδίως στις 29 Νοεμβρίου, από φασαρίες του πλήθους. Τους συναισθηματικά φορτωμένους συμμετέχοντες ένωνε η επιθυμία για μια πολιτική αλλαγή, αλλά κανείς δεν ήξερε ακριβώς, πως θα μπορούσαν πραγματικά να προχωρήσουν. Σε αυτή τη φορτωμένη ατμόσφαιρα, μια μικρή ομάδα ριζοσπαστών προσπάθησε να αποκτήσει την επιρροή στους εργάτες και στους αστικούς. Μια βασική απαίτηση των ριζοσπαστών ήταν ο οπλισμός των εργατών, κάτι, το οποίο έγινε σε συγκεκριμένα πλαίσια. Γι’ αυτό όμως η Βρέμη βρέθηκε στα πρόθυρα ενός εμφύλιου πόλεμου, όταν στης 1η Ιανουάριου 1919 το 1ο Χανσεατικό σύνταγμα πεζικού Αρ.75 έφθασε στο σιδηροδρομικό σταθμό Ζεμπαλτμπρύκ και οι εργάτες το παρακολουθούσαν καχύποπτα. Ενώ οι περισσότεροι στρατιώτες είχαν καταρρεύσει σε μια βαθιά απελπισία μετά από τη πικρή απογοήτευση της ήττας, οι αξιωματικοί με επαφές στους αστικούς κύκλους τάχθηκαν αναμφίβολα ενάντια της επανάστασης και υπόβαλλαν τις ανάλογες απαιτήσεις: Ο επαναδιορισμός της συγκλήτου και του κοινοβουλίου και η στέγαση του συντάγματος στους στρατώνες στο Νοϊστατβαλ. Οι διαπραγματεύσεις με τον Χένκε ως αντιπρόσωπος του συμβουλίου των εργατών και τους Έκς και Βίλεμς από το συμβούλιο των στρατιωτών οδήγησαν στις ακόλουθες συμφωνίες: Το σύνταγμα θα σεβόταν τις πολιτικές καταστάσεις, που δημιουργηθήκαν. Βάση του προτύπου του Αμβούργου, η σύγκλητος και το κοινοβούλιο έπρεπε να επαναδιορισθούν, ενώ το συμβούλιο των εργατών και των στρατιωτών θα είχε το δικαίωμα του βέτο. Το συμβούλιο των εργατών και στρατιωτών έπρεπε να διευρυνθεί με έξι μέλη του συντάγματος, το σύνταγμα όφειλε να αναλάβει τη φρούρηση, ενώ το συμβούλιο των εργατών και στρατιωτών τα καθήκοντα της αστυνομίας. Τα όπλα, τα οποία το συμβούλιο είχε στη κατοχή του, δεν έπρεπε να παραδοθούν. Ως κατάλυμα για το σύνταγμα καθορισθήκαν οι στρατώνες στο Νοϊστατβαλ. – Οι αξιωματικοί ήλπιζαν, ότι με αυτόν τον συμβιβασμό θα μπορούσε να αποφευχθεί μια αντιπαράθεση με τη χρήση οπλών. Το πρωί της 1ης Ιανουαρίου 1919, το σύνταγμα, υπό την διεύθυνση του αντισυνταγματάρχη Χάγκεντορν, παρατάχθηκε στη πλατεία της αγοράς, οπού τους χαιρέτισαν ο Λάμπερτ Βίλλεμς ως αντιπρόσωπο του συμβουλίου των στρατιωτών και δεκάδες χιλιάδες κόσμο. Αφού τραγούδησαν τον εθνικό ύμνο, ο δήμαρχος Χίλντεμπραντ, ο αντισυνταγματάρχης Χάγκεντορν και ο Άντολφ Φίννεν έδωσαν πατριωτικές ομιλίες. Έπειτα ακολούθησε η αναχώρηση στο προσωρινό κατάλυμα στο σχολείο στη Κόρνστρασε στη Νοϊστατ. Εντωμεταξύ, οι Έκς και Βίλλεμς είχαν τοποθετήσει οπλισμένους εργάτες στο σχολείο. Ο Κνίφ όπως και ο Φρανζούνκιεβιτς της USPD ήταν μυημένοι. Όταν το σύνταγμα είχε παραταχθεί στην αυλή του σχολείο, εμφανίσθηκαν κάννες στα παράθυρα. Οι στρατιώτες καλεστήκαν να παραδώσουν τα όπλα τους και να ακολουθήσουν την επανάσταση. Μετά από διαπραγματεύσεις με τους αξιωματικούς, - μεταξύ άλλων με τον ταγματάρχη Βάλτερ Κασπάρι -, βρέθηκε ένας συμβιβασμός: Οι στρατιώτες του συντάγματος έπρεπε να παραδώσουν τα όπλα τους, ενώ οι αξιωματικοί δικαιούνταν να τα κρατήσουν αλλά όχι να τα έχουν μαζί τους. Τα όπλα τοποθετήθηκαν σε μια τάξη του σχολείου και στρατιώτες του συμβουλίου τα φρουρούσαν. Η επιτυχία των ριζοσπαστών εορτάσθηκε το απόγευμα με μια διαδήλωση στο κέντρο της πόλης. Ο Έκς δικαιολόγησε σε μια ομιλία την αθέτηση της σύμβασης με το τραγούδημα του εθνικού ύμνου στην υποδοχή του συντάγματος, αν και οι οπλισμένοι εργάτες στάληκαν ήδη προηγούμενος στο σχολείο. Έπρεπε, ανέφερε, να αποφασισθεί η αποστράτευση, διότι απόπειρες πραξικοπήματος είχαν γίνει γνωστοί. Στις 3 Ιανουαρίου, μια επιτροπή από πρόσωπα εμπιστοσύνης της φρουράς και του συμβουλίου των στρατιωτών εγκρίνανε τα μετρά, ήθελαν όμως επίσης να εξασφαλισθούν οι υπόλοιπες συμφωνίες του Ζεμπαλτσμπρύκ. Όταν ακροαριστεροί κύκλοι διαμαρτυρήθηκαν για την αποστολή έξι αντιπροσώπων του συντάγματος στο συμβούλιο των στρατιωτών, οι δυο αξιωματικοί, ο ταγματάρχης Κασπάρι και ο ανθυπολοχαγός Ζίς, παρασίτησαν. Λόγω της πολιτικής σύγχυσης, οι οικονομία δυσκολεύθηκε να προσαρμοσθεί από την πολεμική οικονομία στην οικονομία της ειρήνης. Νέες επενδύσεις έγιναν μόνο δισταχτικά. Οι απεργίες στο Ρουρ οδήγησαν στην έλλειψη του άνθρακα, και αυτή κινδύνευσε τον εφοδιασμό γκαζιού. Για το δρόμο προς μια καινούργια οικονομία λογομαχούσαν δυο ομάδες: Κοινωνικοποίηση στα πλαίσια μιας δικτατορίας του προλεταριάτου ή μια ελεύθερη οικονομία με τη πρωτοβουλία των επιχειρηματιών. Οι ακροαριστεροί (σοσιαλιστές), οι οποίοι είχαν την εξουσία, ταχθήκαν φυσικά υπέρ της κοινωνικοποίησης, όμως δεν μπορούσαν να την επιβάλλουν, διότι σε τέτοιες περιπτώσεις δεν θα έπαιρναν δάνεια από τις τράπεζες για κρατικοποιημένες επιχειρήσεις. Επανειλημμένα έγιναν λογομαχίες με την αντιπροσωπεία των οικονομικών λόγω της χρηματοδότησης έργων με ιδεολογικό υπόβαθρο. Στις 10 Ιανουαρίου οι κομμουνιστές κάλεσαν για ένα μεγάλο συλλαλητήριο υποστήριξης στη πλατεία της αγοράς, κατά την διάρκεια του οποίου η σύγκλητος και το κοινοβούλιο κηρυχθήκαν απολυμένα και η Σοσιαλιστική Δημοκρατία της Βρέμης ανακοινώθηκε. Ένα δεκατριά χρόνο αγόρι τραυματίστηκε από ένα πυροβολισμό, που εκπυρσοκρότησε κατά λάθος, κατά τα άλλα η εκδήλωση τέλειωσε χωρίς αιματοχυσία. Ακόμη το βράδυ της ίδιας ημέρας, στην αίθουσα συγκεντρώσεων του χρηματιστηρίου εγκαταστάθηκε το συμβούλιο των λαϊκών εντεταλμένων με εννέα άτομα σαν αντικατάσταση της συγκλήτου: ισάριθμα τρία μέλη της USPD, των κομμουνιστών και του συμβουλίου των στρατιωτών. Το συμβούλιο των εργατών έκλεξε μια προεδρεία με πέντε άτομα, και για τον έλεγχος του συμβουλίου των λαϊκών εντεταλμένων διορίσθηκε ένα εκτελεστικό συμβούλιο. Οι λαϊκοί επίτροποι των εννέα ειδικών κλάδων εξάρτησαν από το συμβούλιο των λαϊκών εντεταλμένων και από το εκτελεστικό συμβούλιο. Οι κλάδοι ήταν: παιδεία, αστυνομία και δικαστήρια, διατροφή, φορολογία και οικονομία, λαϊκή πρόνοια, εργασία, οικοδομές και στέγαση, ναυσιπλοΐα και συγκοινωνίες, τύπος και προπαγάνδα. Το συμβούλιο επικύρωσε τη Βρέμη ως ανεξάρτητη σοσιαλιστική δημοκρατία και έλαβε τα μετρά του. Τα όπλα έπρεπε να παραδοθούν αμέσως. Από τις 9 το βράδυ υπήρχε μια απαγόρευση κυκλοφορίας. Οπλοφόροι, λεηλατείς και αντεπαναστάτες έπεφταν στο δόκανο του στρατιωτικού νόμου. Στον αστικό τύπο επιβλήθηκε λογοκρισία. Όταν έγινε γνωστό στους αστικούς κύκλους, ότι κορυφαίοι της αστικής τάξης κρατήθηκαν ως όμηροι και ενδεχομένως να εκτελεστούν στη περίπτωση ότι αλλού θα σκοτώνονταν επαναστάτες, μερικά πρόσωπα, των οποίων η ζωή τους κινδύνευσε ιδιαιτέρα, εγκατέλειψαν την πόλη για κάποιο χρονικό διάστημα. Εκείνη η απαίτηση, την οποία υπέβαλλαν οι κομμουνιστές, απορρίφθηκε όμως από την πλειοψηφία των αριστερών ριζοσπαστών. Οι περισσότεροι κυβερνητικοί και άλλοι υπάλληλοι παρέμειναν στις θέσεις τους και κρατούσαν έτσι τη αμηχανία των υπηρεσιών εν λειτουργία. Ως επίμονο στοιχείο ήταν αυτό, μαζί με την εχθρικά διατεθειμένη οικονομία, μια μεγάλη επιβάρυνση για την επανάσταση. Από την άλλη πλευρά όμως, οι άνθρωποι, οι οποίοι εκλέχθηκαν στις επιτροπές, είχαν μεν την καλή θέληση, αλλά επαγγελματικά ήταν εντελώς αφελείς. Λόγω του οπλισμού ενός μέρους των εργατών, η φρουρά ένοιωθε αδικημένη. Στο συμβούλιο των εργατών και στρατιωτών δημιουργήθηκαν τέτοιες εντάσεις, ούτως ώστε στις 14 Ιανουαρίου 1919 η Βρέμη βρέθηκε στα πρόθυρα ενός εμφύλιου πόλεμου. Στρατεύματα της φρουράς κατέλαβαν γέφυρες, τον σιδηροδρομικό σταθμό και την πλατεία της αγοράς. Στην «AG Weser» πεζοναύτες και εργάτες αντάλλαζαν πυροβολισμούς, οι οποίοι προκάλεσαν νεκρούς και τραυματίες και στις δυο πλευρές. Σημαντικοί λειτουργοί συνελήφθηκαν. Στις επαναστατικές επιτροπές επικρατούσαν οι αγώνες για την εξουσία και μια πλήρης έλλειψη αυθεντίας. Εξάλλου οι επαγγελματικές ομάδες ήρθαν τώρα με τις απαιτήσεις τους, τις οποίες οι αριστεροί είχαν υποστηρίξει προηγουμένως, και τους τις ανάθεταν τώρα για πραγματοποίηση. Οι διαδηλώσεις έγιναν καθημερινό φαινόμενο. Η Βρέμη δεν βρισκόταν μόνο σε μια καταστροφική οικονομική κατάσταση, αλλά επίσης σε μια απελπιστική δημοσιονομική κατάσταση. Στις 12 Ιανουάριου ο διευθυντής του γενικού ταμείου ενημέρωσε τον πρόεδρο της λαϊκής επιτροπής, ότι το πολύ για 14 ημέρες ακόμη θα υπήρχαν χρήματα στη διάθεση τους. Σε μια σύσκεψη στις 18 Ιανουαρίου, οι τράπεζες αρνήθηκαν επιπλέον δάνεια λόγω έλλειψης εμπιστοσύνης στους νέους εξουσιαστές και εφόσον δεν υπήρχε καμία εκλεγμένη αντιπροσωπεία από πολίτες της Βρέμης. Η εκτύπωση χρημάτων στη Βρέμη ήταν παράλογη, διότι εκτός πόλεως δεν θα τα αναγνώριζε κανείς. Υπό την αντίφαση των κομμουνιστών, οι οποίοι απέρριψαν κατηγορηματικά ένα κοινοβουλευτικό σύστημα, την επόμενη μέρα, τα υπόλοιπα μέλη των λαϊκών εντεταλμένων πήραν την απόφαση για την διεξαγωγή εκλογών στις 9 Μαρτίου 1919. Αυτό ισοδυναμούσε με μια κήρυξη χρεοκοπίας του συστήματος των συμβουλίων. Εντωμεταξύ, σε όλη τη Γερμανία ο επαναστατικός ενθουσιασμός κινδύνευσε να σβήσει, και μετά από τη καταστολή των εξεγέρσεων των αριστερών ριζοσπαστών, ο στρατός πήρε το πάνω χέρι. Η δημοκρατία των συμβουλίων της Βρέμης βρέθηκε όλο και περισσότερο στην απομόνωση. Μετά από προηγούμενες έντονες συζητήσεις και ψηφοφορίες στις διάφορες επιτροπές για το υπέρ και το κατά των εκλογών της εθνοσυνέλευσης, εντούτοις στις 19 Ιανουαρίου 1919 διεξάχθηκαν εκλογές στη Βρέμη, τις οποίες όμως οι κομμουνιστές μποϋκοτάραν. Οι ριζοσπάστες έλαβαν μια έντονη απόκρουση. Οι σοσιαλιστές της πλειοψηφίας (MSPD) νίκησαν καθαρά με 42%, η USPD απόκτησε 18,2%, το αστικό Γερμανό- δημοκρατικό κόμμα (DDP) πήρε 33,5 %, και όλα τα υπόλοιπα κόμματα έμειναν κάτω των 5% των ψήφων. Στις 20 Ιανουαρίου οι τράπεζες αρνήθηκαν εκ νέου τα επιπλέον δάνεια, εάν δεν θα αποκαθιστούσαν την αντιπροσωπεία των οικονομικών και να γίνει άρση της κατάστασης πολιορκίας και της λογοκρισίας. Το απόγευμα της ίδιας ημέρας έγινε ένα πραξικόπημα από τους κομμουνιστές. Υπό την διαμαρτυρία των στρατιωτών οι εργάτες πήραν τα όπλα από τις αποθήκες των στρατώνων στη Νοϊστατ και κατέλαβαν δημόσια κτίρια και τράπεζες στο κέντρο της πόλης. Με αυτόν τον τρόπο ήθελαν να αποσπάσουν ένα δάνειο, κάτι, το οποίο όμως απέτυχε. Η ενέργεια αυτή κατέρρευσε. Πολλοί από τους αριστερούς ριζοσπάστες λειτουργούς δεν είχαν ενημερωθεί προηγουμένως, και έτσι συζητούσαν και λογομαχούσαν ατέλειωτα και χωρίς αποτέλεσμα. Μόνο ο αρχηγός του πραξικοπήματος, ο Κάρλ Γέρν, έπρεπε να παραιτηθεί από τα αξιώματα του στη Βρέμη. Έπειτα πήγε στο Βιλχελμσχάφεν, όπου, στις 27 Ιανουαρίου, σκηνοθέτησε άλλες αναταραχές. Προηγουμένως όμως μια επιτροπή γενικής απεργίας διακήρυξε μια γενική απεργία εναντίον της ομοσπονδιακής κυβέρνησης και του τραπεζικού κεφαλαίου για την επόμενη μέρα. Εκτός από λίγες διαταραχές, η απεργία αυτή δεν έλαβε μεγάλη προσοχή. Στις 21 Ιανουαρίου, η κομμουνιστική παράταξη δήλωσε την αποχώρηση της από το συμβούλιο των λαϊκών εντεταλμένων, ανακάλεσε όμως την απόφαση αυτή όταν η USPD, υπό αυτές τις συνθήκες, δεν ήθελε να αναλάβει μονή της την ευθύνη για την κυβέρνηση. Χάος επικρατούσε επίσης στους στρατώνες στο Νοϊστατβαλ. Εκτός από τους δυο διοικητές της πόλης, οι οποίοι διορίσθηκαν από το συμβούλιο των λαϊκών εντεταλμένων, αυτό-διορίσθηκε αυθαίρετος ακόμα ένας, χωρίς να υπήρχε έστω κάποια σαφήνεια γι’ αυτόν. Τελικά, το συμβούλιο των εργατών και στρατιωτών αποφάσισε την άρση της λογοκρισίας για τον τύπο. Με την ελευθερία αυτή ενισχύθηκαν οι διαμαρτυρίες αστικών ομάδων εναντίον της παρεμπόδισης της δουλειάς τους από πολιτικές ενέργειες. Οι παραπονεμένοι ήταν: Οι ιατροί, δικαστές, εισαγγελείς, οι κυβερνητικοί και άλλοι υπάλληλοι. Τη 1η Φεβρουαρίου, το συμβούλιο των εργατών και στρατιωτών δέχτηκε τη τελική διατύπωση του διατάγματος για τις εκλογές μιας λαϊκής αντιπροσωπείας στη Βρέμη. Έτσι δημιουργήθηκε βασικά η προϋπόθεση για μια ειρηνική διάλυση της «Δημοκρατίας των Συμβουλίων». Η ομοσπονδιακή κυβέρνηση όμως δεν ήταν πρόθυμη, να αναμένει τις εξελίξεις και αποφάσισε, με τη πίεση αστικών κύκλων της Βρέμης, να θέτει ένα στρατιωτικό τέλος στη δημοκρατία των συμβουλίων της Βρέμης. Στις 27 Ιανουαρίου ανάθεσαν στο συνταγματάρχη Βίλχελμ Γκέρστενμπεργκ τη διεξαγωγή μιας στρατιωτικής επιχείρησης. Στις 29 Ιανουαρίου, στρατιώτες της ομοσπονδίας έφθασαν στο Φέρντεν, όπου συναντήθηκαν με ένα στράτευμα εθελοντών από τη Βρέμη υπό την διοίκηση του ταγματάρχη Κασπάρι. Στις διαμαρτυρίες του συμβούλιου των λαϊκών εντεταλμένων, το οποίο ζήτησε μια διασάφηση, η ομοσπονδιακή κυβέρνηση δεν αντέδρασε. Στις διαπραγματεύσεις στο Φέρντεν, την νύχτα του 30 Ιανουαρίου, ο λοχαγός Ντάννερ απαίτησε από την αποστολή του συμβουλίου των λαϊκών εντεταλμένων τον αφοπλισμό των εργατών, κάτι, το οποίο η αποστολή απέρριψε ως μη εφαρμόσιμα. Παρά της παρέμβασης των συμβουλίων των εργατών και στρατιωτών από το Μρεμερχάφεν, Κούξχαφεν, Όλντενμπουργκ και Αμβούργο, η παράταξη στρατευμάτων διεξάχθηκε στις δυο πλευρές των ποταμών Άλλερ και της Βέζερ. Το απόγευμα της 1ης Φεβρουαρίου, ξένα συμβούλια εργατών και στρατιωτών υπονόμευσαν με τα συνθήματα υποστήριξης τους ένα ψήφισμα , κατά το οποίο έπρεπε να παραδοθούν 75 όπλα εργατών στο σύνταγμα, και έπειτα αυτό θα μπορούσε να εγγυηθεί ησυχία και τάξη στη πόλη. Αν και σχεδόν δεν υπήρχε πλέων μια κυβερνητική αυθεντία στην πόλη, ούτε ένα σχέδιο άμυνας, εντούτοις στις επιτροπές συνέχιζαν να συζητούν για τη παράδοση των οπλών, για εναλλακτικές λύσεις και αντίσταση. Ακόμα συζητούσαν, όταν, στις 4 Φεβρουαρίου, η μεραρχία του Γκέρστενμπεργκ εισήλθε στη Βρέμη. Στο Φέρντεν εντωμεταξύ, οι διαπραγματευτές της ομοσπονδιακής κυβέρνησης είχαν ήδη συμφωνήσει με την MSPD για συγκεκριμένα μετρά και για μια μεταβατική κυβέρνηση μέχρι τις εκλογές. Όταν, στις 3 Φεβρουαρίου, η επιτροπή διαπραγμάτευσης των λαϊκών εντεταλμένων έφθασε με νέες προτάσεις στο Φέρντεν, έπρεπε να αναχωρήσει άπρακτα. Η ομοσπονδιακή κυβέρνηση του Νόσκε είχε ήδη πάρει μια οριστική απόφαση. Η παράταξη της μεραρχίας έγινε στα δεξιά της Βέζερ, στην γραμμή του Μάντορφ-Μπόργκφελτ και Μπλόκλαντ, και στα αριστερά του ποταμού στο Άρστεν-Καττεντούρμ-Μόρνταϊχ και Κιρχούτινγκ. Η επίθεση τις 4 Φεβρουαρίου άρχισε στις 10:15. Οπλισμένες ομάδες εργατών πρόβαλλαν κάποια ασυντόνιστη και αναποτελεσματική αντίσταση. Μέχρι τις 18:15 το απόγευμα, στο Νοϊστατ η μάχη είχε τελειώσει, στις 21:00 τα όπλα σιώπησαν και στη παλαιά πόλη. Λίγο αργότερα ανακοινώθηκε μια έκκληση του συνταγματάρχη Γκέρστενμπεργκ, ο οποίος είχε αναλάβει την αρχηγία στη πόλη. Στην έκκληση αυτή εγγυήθηκε τη προστασία της ζωής και της περιουσίας των ειρηνικών πολιτών. Οι συγκεντρώσεις απαγορευθήκαν προσωρινά. Η προσωρινή κυβέρνηση με τα μέλη της MSPD, Κάρλ Νταϊχμαν ως πρόεδρος και Χέρμαν Ραϊν, Βίλχελμ Ντάμμερ, Ιόχαν Βέλμαν και Κάρλ Βίνκελμαν, κήρυξαν σε μια δεύτερη έκκληση τη κατάσταση πολιορκίας στη πόλη και την ευρύτερη περιοχή της Βρέμης. Σε άλλα φυλλάδια απέδωσαν όλο το φταίξιμο για τη μιζέρια σε μια μικρή ομάδα ριζοσπαστών και κάλεσαν όλους τους άνδρες και όλες τις γυναίκες να βοηθήσουν στην ανοικοδόμηση. Η εφημερίδα «Ο Κομμουνιστής» απαγορεύθηκε, η MSPD ανακάλεσε την «Εφημερίδα του Πολίτη της Βρέμης». Στις 6 Φεβρουαρίου, οι γερουσιαστές και τα μέλη της αντιπροσωπείας ανέλαβαν τις παλιές τους θέσεις. Η μεγαλύτερη εστία των ριζοσπαστών εργατών, η «AG Weser» ήταν εγκαταλειμμένη. Οι κόκκινες σημαίες στο κτίριο αποστάληκαν και στις παράγκες εγκαταστάθηκαν φρουροί. Στις διαμάχες πέθαναν 24 στρατιώτες των κυβερνητικών στρατευμάτων, όπως και 28 άτομα στη πλευρά των μαχόμενων εργατών. Εξάλλου είχαν πεθάνει και άμαχοι, δηλαδή 18 άνδρες, 5 γυναίκες και 6 παιδιά. Παρά πολλοί είχαν τραυματιστεί. Μερικοί αριστεροί ριζοσπάστες κατέληξαν στη φυλακή. Από τους διακεκριμένους λειτουργούς ο Κνίφ ήδη είχε αποχωρίσει πρόωρα από τη πολιτική ζωή λόγω μιας θανάσιμης ασθένειας .Οι Φρασούνκιεβιτς, Έκς και Γιάννακ κρύφθηκαν. Ο Χένκε είχε αναχωρήσει την ημέρα της επίθεσης για διαπραγματεύσεις με την ομοσπονδιακή κυβέρνηση στο Βερολίνο. Έπειτα δεν επέστρεψε στη Βρέμη, αλλά πήγε στη Βαϊμάρη ως βουλευτής της εθνοσυνέλευσης. Στις επιχειρήσεις στο Μπρεμερχάφεν στις 8/9 Φεβρουαρίου, το πλήρωμα του στόλου των ναρκαλιευτικών, το οποίο είχε υποστηρίξει τους ενόπλους εργάτες, αφοπλίσθηκε και απολύθηκε. Δεν υπήρχε καθόλου αντίσταση. Οι ενεργοί σοσιαλιστές συνελήφθηκαν, όπλα και τρόφιμα κατασχέθηκαν. Έτσι τελείωσε η δημοκρατία των συμβουλίων και στο Μπρεμερχάφεν.


Ο ΤΗΛΕΟΠΤΙΚΟΣ << ΚΑΝΙΒΑΛΙΣΜΟΣ>> ΠΟΤΕ ΔΕΝ ΣΤΑΜΑΤΗΣΕ.


ΚΟΥΚΟΥΛΟΦΟΡΟΙ ΕΚΑΨΑΝ ΤΟ ΚΙΟΣΚΙ ΑΠΟ ΤΟ ''ΧΑΜΟΓΕΛΟΥ ΤΟΥ ΠΑΙΔΙΟΥ'' ΤΙ ΝΑ ΠΕΙΣ.




Πέμπτη 20 Σεπτεμβρίου 2012

ΕΝΩΣΗ ΦΩΤΟΡΕΠΟΡΤΕΡ ΕΛΛΑΔΑΣ



ΟΛΟΙ ΣΤΗΝ 24ωρη ΑΠΕΡΓΙΑ ΤΗ ΔΕΥΤΕΡΑ 24/9/2012
ΚΑΙ ΣΤΗ ΣΥΓΚΕΝΤΡΩΣΗ 11.00 π.μ. στην ΕΣΗΕΑ (Ακαδημίας 20)
    ώστε να διεκδικήσουμε δουλειά και κοινωνική ασφάλιση   για να  
    μπορέσουμε να ζήσουμε με  αξιοπρέπεια .
 
                             ΤΟ Δ.Σ ΤΗΣ Ε.Φ.Ε
 

Τρίτη 18 Σεπτεμβρίου 2012

ΣΑΝ ΣΗΜΕΡΑ ΠΡΙΝ 42 ΧΡΟΝΙΑ ΕΦΥΓΕ ΑΠΟ ΤΗ ΖΩΗ Ο ΜΕΓΑΛΥΤΕΡΟΣ ΚΙΘΑΡΙΣΤΑΣ ΤΗΣ ΡΟΚ Ο ΤΖΙΜΙ ΧΕΝΤΡΙΞ.



Η Κροατία έχει προσελκύσει περίπου 10 εκατομμύρια τουρίστες μέχρι στιγμής φέτος. Επίσης στα επιχειρηματικά νέα: το ποσοστό ανεργίας των νέων στην Ελλάδα είναι από τα υψηλότερα στην Ευρώπη και η Τουρκία στοχεύει να γίνει η κορυφαία αναδυόμενη αγορά στον τομέα του εφοδιασμού στην Ευρώπη τα επόμενα πέντε χρόνια.

Αναμέτρηση με το οργανωμένο έγκλημα στη Β-Ε

 
Αξιωματούχοι είπαν ότι η τελευταία μαζική αστυνομική επιχείρηση είναι η αρχή του τέλους για το οργανωμένο έγκλημα στη Βοσνία-Ερζεγοβίνη.
 
photoΟι συλλήψεις περισσότερων από εικοσιτεσσάρων ανθρώπων σε μαζική αστυνομική επιχείρηση περιλαμβάνουν υπόπτους σε έξι ανεξιχνίαστες δολοφονίες. [Μπεντράνα Καλέτοβιτς/SETimes]
Η Κρατική Υπηρεσία Πληροφοριών και Προστασίας (SIPA) της Βοσνίας και Ερζεγοβίνης ξεκίνησε επιχείρηση την Τετάρτη (12 Σεπτεμβρίου), η οποία θεωρείται ως η μεγαλύτερη επιχείρηση που έχει γίνει κατά του οργανωμένου εγκλήματος στη Βοσνία και Ερζεγοβίνη (Β-Ε) και ολόκληρη την περιοχή.
Εκατοντάδες αστυνομικοί έλαβαν μέρος στη σύλληψη 25 ατόμων που είναι ύποπτοι για συμμετοχή σε τουλάχιστον έξι ανεξιχνίαστες δολοφονίες και απόπειρες δολοφονίας, ένοπλες ληστείες τραπεζών, διακίνηση ναρκωτικών και άλλα αδικήματα.
"Δεν θα σταματήσουμε εδώ, διότι πιστεύουμε ότι υπάρχουν πολλοί περισσότεροι άνθρωποι που συνδέονται με αυτές τις ομάδες οργανωμένου εγκλήματος και είναι ύποπτοι για μια σειρά από προσχεδιασμένες δολοφονίες και ληστείες για ποσά που υπερβαίνουν τα 5 εκατομμύρια ευρώ μόνο στη Β-Ε", δήλωσε ο Σαντίκ Αχμέτοβιτς, υπουργός Ασφάλειας.
Μεταξύ των συλληφθέντων είναι υψηλόβαθμοι αξιωματούχοι της Κρατικής Υπηρεσίας Πληροφοριών και Προστασίας καθώς και αξιωματούχοι της συνοριακής αστυνομίας.
Στην επιχείρηση συμμετέχουν επίσης η Σερβία και το Μαυροβούνιο επειδή πολλοί από τους συλληφθέντες και τους υπόπτους που παραμένουν ασύλληπτοι είναι πολίτες των δύο αυτών χωρών.

Το τέλος της επιτηρούμενης ανεξαρτησίας του Κοσσυφοπεδίου διχάζει τους ιστολόγους

O  MAΡΤΙ  ΑΧΤΙΣΑΑΡΙ( δευτερος  απο  δεξια )ΓΙΝΕΤΑΙ   ΔΕΚΤΟΣ    ΣΤΗΝ  ΠΡΙΣΤΙΝΑ   ΑΠΟ  ΤΟΝ   ΥΠΟΥΡΓΟ    ΕΞΩΤΕΡΙΚΩΝ   ΤΟΥ  ΚΟΣΣΥΦΟΠΕΔΙΟΥ   ΕΝΒΕΡ   ΧΟΤΖΑΙ  ( δευτερος   απο  τα  αριστερα )  ''ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ    ΤΟΥ  ΚΟΣΣΥΦΟΠΕΔΙΟΥ.

Πέμπτη 13 Σεπτεμβρίου 2012

MYΣΤΗΡΙΩΔΗΣ ΕΚΡΗΞΗ ΣΤΟΝ ΔΙΑ ΑΝΑΦΕΡΘΗΚΕ ΑΠΟ ΕΡΑΣΙΤΕΧΝΗ ΑΣΤΡΟΝΟΜΟ ΤΟΝ Dan Paterson.



ΚΑΡΟΛΟΣ ΚΟΥΝ ΣΑΝ ΣΗΜΕΡΑ 13 / 9 /1908 ΓΕΝΝΗΘΗΚΕ Ο ΜΕΓΑΛΟΣ ΑΥΤΟΣ ΔΑΣΚΑΛΟΣ. ΑΣ ΦΡΟΝΤΙΣΟΥΝ ΚΑΠΟΙΟΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΩΤΗ ΣΧΟΛΗ ΘΕΑΤΡΟΥ ΤΕΧΝΗΣ ΤΟΥΛΑΧΙΣΤΟΝ ΝΑ ΚΑΘΑΡΙΣΟΥΝ ΤΗΝ ΠΡΟΣΟΨΗ ΤΟΥ ΚΤΙΡΙΟΥ ΜΟΝΟ ΚΑΙ ΜΟΝΟ ΓΙΑ ΤΗΝ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΘΕΑΤΡΟΥ.

ΤΙ   ΝΤΡΟΠΗ!

ΧΩΡΙΣ... ΑΣΥΛΙΑ Η ΝΤΟΡΑ. Με ομόφωνη απόφαση της αρμόδιας κοινοβουλευτικής επιτροπής θα προταθεί στην Ολομέλεια της Βουλής η άρση της ασυλίας της Ντ. Μπακογιάννη.



ENOIKIAZONTAI 40 NHΣΙΑ ΑΠΟ ΕΝΑ ΚΑΤΑΛΟΓΟ 562 ΑΠΟ ΤΑ 6.000 ΠΟΥ ΥΠΑΡΧΟΥΝ ΣΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΚΥΡΙΑΡΧΙΑ ΚΟΝΤΑ ΣΕ ΗΠΕΙΡΩΤΙΚΗ ΧΩΡΑ ΚΑΙ ΠΟΥ ΔΙΑΘΕΤΟΥΝ ΚΑΛΕΣ ΥΠΟΔΟΜΕΣ ΧΩΡΙΣ ΚΙΝΔΥΝΟ ΕΘΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ.


Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) πρέπει να αναλάβει κεντρικό ρόλο στην εποπτεία όλων των τραπεζών της Ευρωζώνης, δήλωσε ο πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ζοζέ Μανουέλ Μπαρόζο, παρουσιάζοντας στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο τις προτάσεις της Κομισιόν για την τραπεζική ένωση.


Το Σάββατο 22 Σεπτεμβρίου, ο λόγος του μεγάλου τραγικού ποιητή Αισχύλου, καθώς και μουσικές εμπνευσμένες από την αρχαία Ελλάδα και όχι μόνο, θα ακουστούν σε μια συναυλία που θα πραγματοποιηθεί στη νότια κλιτύ της Ακρόπολης, κοντά στο θέατρο του Διονύσου, το αρχαιότερο της Αθήνας. Η συγκεκριμένη πολιτιστική βραδιά- που διοργανώνουν από κοινού το Μέγαρο Μουσικής και το πολιτιστικό σωματείο πολιτών «Διάζωμα» - είναι αφιερωμένη στην αρχαιολογική κοινότητα της χώρας, καθώς και σε όλους όσοι εργάζονται για τη συντήρηση των αρχαίων θεάτρων

.
Εξαγριωμένοι χωρικοί στη Γουατεμάλα σκότωσαν έναν άντρα βάζοντάς του φωτιά, με την κατηγορία ότι σκότωσε δύο παιδιά σε σχολείο της περιοχής.